ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ
Του Πρωτοπρεσβυτέρου
Γεωργίου Σούλου
Μέσα από το
υπερθαύματο θαύμα, που έγινε σε ένα κάτοικο της πόλεως της Ιεριχούς, από τον
Ιησού Χριστό, που περιγράφει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στη σημερινή ευαγγελική
περικοπή, διαπιστώνουμε ότι ο άνθρωπος μεταβαίνει από το κτιστό φως στο άκτιστο
φως, δια του ανεσπέρου Φωτός, όταν ο άνθρωπος κατορθώσει να συναντήσει τον Θεό.
Αυτή την συνάντηση με τον Θεάνθρωπο Χριστό είχε στην Ιεριχώ, ο «εκ γενετής
τυφλός», ο οποίος έλαβε το κτιστό φως, για να βλέπει τον ορατό
κόσμο, και συγχρόνως έλαβε, κατά χάριν, και το άκτιστο Φως, με το οποίο πλέον
ορά τα αόρατα και θεάται τον Θεάνθρωπο, που είναι το «Φως του κόσμου», που
είναι το «ανέσπερο Φως» που «έλαμψε εν ταις καρδίαις υμών» (Β΄
Κορ. 4,6).
Ο Χριστός, λέγει
ο ευαγγελιστής Ιωάννης, «ην το Φως το αληθινόν, ο φωτίζει πάντα άνθρωπο
ερχόμενον εις τον κόσμον» (Ιω,1,19). Ο ίδιος ο Χριστός λέγει: «Εγώ
ειμί το φως του κόσμου. Ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήσει εν τη σκοτία, αλλ’
έξει το φως της ζωής» (Ιω. 8,12). Αυτό ακριβώς συνέβη στον έως τώρα
τυφλό. Δεν πρόκειται πλέον να περπατάει «εν τη σκοτία» με
συνοδοιπόρο το σκότος, διότι ικέτευσε και έλαβε «το Φως το αληθινόν»,
προσευχήθηκε και απέκτησε «το φως της ζωής», το οποίο τον
επανέφερε στην προπτωτική κατάσταση, δηλαδή, απέκτησε, εκ νέου, την αναμαρτησία
και κυρίως βιώνει την θέα του Θεού, όπως οι πρωτόπλαστοι προπάτορες μας, οι
οποίοι εκείνη την περίοδο, προ της παρακοής και της πτώσεως αυτών, εκ του
παραδείσου της τρυφής, συνομιλούσαν με τον ίδιο τον Θεό.