ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΛΟΥΚΑ
Του Πρωτοπρεσβυτέρου
Γεωργίου Σούλου
«η γαρ δύναμίς μου εν
ασθενεία τελειούται»
Η αποστολική περικοπή της
Κυριακής Γ΄ Λουκά είναι από την Β΄ πρὸς Κορινθίους Επιστολή του
Αποστόλου Παύλου, εις την οποία ο Απόστολος Παύλος, υπερασπίζεται την αποστολική
του ιδιότητα, σε όσους την αμφισβητούσαν
και προσπαθούσαν να τον μειώσουν την αποδοχή του από τους χριστιανούς. Το πιο σημαντικό
επιχείρημα υπεράσπισής του είναι το «όραμα», που είδε λίγο πριν φθάσει
στη Δαμασκό και τον οδήγησε, τελικά, στην πλήρη μεταστροφή και ένταξή του στην
ομάδα των πρώτων χριστιανών με αποκλειστική πια ασχολία τη διάδοση του λόγου
του Θεού. Ο ουρανοβάμων Απόστολος σιωπούσε, για
δεκατέσσερα έτη και όταν αναγκάσθηκε να το δημοσιοποιήσει, τα περιέγραψε με απλότητα και μετριοφροσύνη Το
γεγονός της μεταστροφής, εκτός από τις
επιστολές του ιδίου του Παύλου, το αναφέρει και το Βιβλίο «Πράξεις των
Αποστόλων».
Όμως το άξιο θαυμασμού
είναι ότι, ενώ ο παντοδύναμος Κύριος, έκανε στον Σαύλο και κατόπιν Παύλο, την ύψιστη τιμή, αφού «αρπαγέντα
τον τοιούτον, έως τρίτου ουρανού και ήκουσε άρρητα ρήματα», ουδαμώς παρεμβαίνει, ώστε να μην
περάσει μία μεγάλη δοκιμασία, από βαριά ασθένεια. Μία χρόνια ασθένεια από την
οποία δεν θεραπευόταν και δεν μπορούσε να
απαλλαγεί, παρά την έντονη προσευχή που έ
κανε, χωρίς βεβαίως να
αγανακτεί, για το αρνητικό αποτέλεσμα. Αντίθετα γράφει, ότι «εξαιτίας
της υπερβολής των αποκαλύψεων και για να μην υπερηφανεύομαι», μου
δόθηκε αγκάθι στο σώμα.
Πολλές φορές οι δοκιμασίες που μας συμβαίνουν,
έχουν την ιδιότητα το αντιβιοτικού
φαρμάκου και βοηθούν πνευματικά. Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέγει, ότι «οι
δοκιμασίες είναι ωφέλιμες σε όλους ανεξαιρέτως. Αν ήσαν ωφέλιμες σε ένα Παύλο,
ας σιωπήσει από μόνο του το κάθε στόμα, που λέει, πως δεν ωφελούν! Γιατί,
όποιος σκέπτεται πως οι δοκιμασίες δεν είναι ωφέλιμες, αυτόματα γίνεται
υπόδικος ενώπιον του Θεού».
Μελετώντας τους βίους των Αγίων, παρατηρούμε,
ότι υπάρχουν αρκετοί Άγιοι, που αντιμετώπισαν τις ίδιες δοκιμασίες και
«σήκωσαν» τον ίδιο σταυρό. Ως άνθρωποι κι εκείνοι πόνεσαν και έκλαψαν. Όμως,
πέραν του ανθρώπινου συναισθηματισμού, αντιμετώπισαν, την κάθε δοκιμασία, ακόμα
και τον θάνατο, με πίστη και με υπομονή
και όχι όπως «οι μη έχοντες ελπίδα», αλλά συνέχισαν την ζωή τους,
προσδοκώντες «ανάσταση νεκρών». Η πίστις στο
Θεό είναι πηγή δυνάμεως, είναι πηγή υπομονής, είναι πηγή πνευματικού ηρωισμού.
Όταν πιστεύουμε οντολογικά, όταν δηλαδή, εμπιστευόμαστε τον Θεό, τότε ο
Παντοδύναμος είναι κοντά μας. Τούτο επιβεβαιώνεται από το ανάγνωσμα της
σημερινής περικοπής του ιερού Ευαγγελίου. Τι είπε ο Κύριος προς την οδυρομένη μητέρα της
Ναΐν, για το χαμό του παιδιού της; «Μην
κλαις»! «Μη
κλαίτε» λέγει σε κάθε πενθούντα, που θρηνεί και οδύρεται, για τον
θάνατο ενός φιλικού προσώπου, γιατί υπάρχει και πέραν του τάφου ζωή. Ζωή
οντολογική, μακαρία και αιώνιος, «ένθα
απέδρα πάσα οδύνη, λύπη και στεναγμός».
Ό θάνατος είναι ένας μακροχρόνιος ύπνος, από τον οποίο ο άνθρωπος θα
ξυπνήσει, για να λάβει το αφθαρτοποιημένο σώμα του, αλλά και για να
εγκατασταθεί αιωνίως εντός ή εκτός της Χάριτος του Θεού. Ο θάνατος είναι απλώς η
γέφυρα, δια της οποίας διερχόμεθα στην χώρα της αιωνίου μακαριότητας. Είναι το αποτέλεσμα
της αμαρτίας των πρωτοπλάστων, αφού κατά τον Παύλο, «τα γαρ οψώνια της αμαρτίας, θάνατος». (Ρωμ. 6,23)
Η αμαρτία οδηγεί στον θάνατο ακριβώς γιατί είναι σε διαρκή σύγκρουση με το
Θεό και το νόμο Του. Ο απόστολος Παύλος επισημαίνει ότι η αμαρτία κάνει κακό
στους άλλους, διότι υπηρετεί το «εγώ» εις βάρος των άλλων. Λέγει ακόμη, ότι «η
αγάπη είναι η εκπλήρωση του νόμου» και πως αυτοί που ζουν εντός των ορίων του
νόμου του Θεού, ζουν για το Θεό και για τους άλλους, πριν και πάνω από τους
εαυτούς τους. Έτσι, η αμαρτία φανερώνει το νόμο του θανάτου, ενώ η αγάπη
μαρτυρεί το νόμο της ζωής.
Ο θάνατος παραμένει ακόμα ένα φοβερό μυστήριο, όπως ο υμνωδός λέγει: «Όντως φοβερότατον το του θανάτου μυστήριο».
Φοβερός διότι εξακολουθεί να συνδέεται με τον βίαιο χωρισμό της ψυχής
από το σώμα και από την αρμονία της ενώσεώς της με αυτό. Ο θάνατος είναι επίσης
λυπηρό γεγονός, διότι συνδέεται με την φθαρτότητα και τη θνητότητα του
ανθρώπου, εξ’ αιτίας της παρακοής των πρωτοπλάστων στο θέλημα του Θεού, που
άλλαξε τὴν πορεία της ζωής τους. Έκτοτε ο
άνθρωπος νεκρώθηκε, έχασε τη γνησιότητα της ανθρωπιάς του, την αθωότητα και τη
μοναδικότητά του μέσα στη δημιουργία. Ουδέποτε
είχε νοιώσει την αίσθηση του φόβου και της ντροπής. Είναι η πρώτη φορά που συναισθάνεται την
γυμνότητά του ενώπιον του Θεού, διότι καθώς αναφέρει η Γραφή, έως τότε «ήσαν οι δύο γυμνοί, και ουκ ησχύνοντο»,
διότι ήσαν αθώοι. (Γένεσις. 2, 25). Έφθασαν σε αυτή την ψυχική διαταραχή, διότι
επέδρασε μέσα τους το αποτέλεσμα της αμαρτίας, η οποία τους αφαίρεσε την
αθανασία. Το αίσθημα του φόβου, τους ακολουθεί και στη νέα μεταπτωτική τους
ζωή, στην οποία αγωνίζονται να απαλλαγούν από την κυριαρχία του θανάτου, που
έγινε συνώνυμος με τον πόνο και τον φόβο.
Ο φόβος του θανάτου σε κάθε άνθρωπο εκφράζεται και ερμηνεύεται
διαφορετικά. Για τους κοσμικούς και άθεους ανθρώπους έχει σχέση με την πορεία
προς το «μηδέν», διότι νομίζουν ότι φεύγουν από τον μόνον και υπαρκτό κόσμο και
καταλήγουν στο μηδέν της ανυπαρξίας. Για τους Χριστιανούς ο φόβος του θανάτου
συνδέεται με την έξοδο της ψυχής από τον κόσμο που γνωρίζουν, τους φίλους, τους
συγγενείς και την είσοδό της σε έναν άλλο κόσμο τον οποίον δεν γνωρίζουν, ούτε
γνωρίζουν με ποιον τρόπο θα ζουν και τι θα γίνει με την κρίση του Θεού που
ακολουθεί τον θάνατο. Γι' αυτό χρειάζεται προσδοκία και προετοιμασία κατάλληλη.
Όντως ο θάνατος είναι η μόνη βεβαιότητα που συνέχει ακόμη και σήμερα το
είναι του ανθρώπου και ταλανίζει την ύπαρξή του. Το τραγικό γεγονός του θανάτου
παραμένει το μεγάλο και αναπάντητο ερώτημα του ανθρώπου. Ο θάνατος είναι ο
άρχων της φρίκης και εξακολουθεί να είναι το κύριο και βασικό πρόβλημα της
ανθρώπινης ύπαρξης. Ο αείμνηστος π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, μελετητής των Πατέρων
της Εκκλησίας, σημειώνει ότι η πραγματικότητα του θανάτου δεν έχει ακόμη
καταργηθεί, έχει όμως αποκαλυφθεί η αδυναμία του. Ενώ ο ιερός Χρυσόστομος
κηρύττει ότι εξακολουθούμε να πεθαίνουμε, όπως και πριν, αλλά δεν παραμένουμε
μέσα στο θάνατο, και τούτο σημαίνει ότι δεν πεθαίνουμε. Η δύναμη και η απόλυτη
αλήθεια του θανάτου, συνεχίζει ο ιερός Χρυσόστομος, είναι το γεγονός, ότι ένας
νεκρός δεν έχει τη δυνατότητα να επιστρέψει στη ζωή. Όμως μετά το θάνατο μπορεί
να ζωοποιηθεί και, ακόμη περισσότερο, να αποκτήσει μια καλλίτερη, ανώτερη και
αιώνια ζωή και τότε η νέα του αυτή υπαρξιακή διάσταση δεν είναι πλέον θάνατος,
αλλά «ύπνος ελαφρύς, από πάσης
σατανικής φαντασίας απηλλαγμένος».
Συνεπώς, όταν η ζωή του ανθρώπου ξεπερνά τη φθορά της αμαρτίας και το
θάνατο τότε γίνεται αιώνια, αφού η ζωή του Θεού είναι αιωνία, διότι είναι
προσωπική, δηλαδή πραγματώνεται, ως έκφραση ελεύθερης κοινωνίας, ως αγάπη. Ζωή
και αγάπη ταυτίζονται εις ένα πρόσωπο, το οποίο δεν αποθνήσκει, διότι αγαπάται
και αγαπά. Έξω από την κοινωνία της αγάπης το πρόσωπο χάνει την μοναδικότητά
του, γίνεται κοινό ον, όπως και τα άλλα. Μεταποιείται σε «πράγμα» χωρίς
«ταυτότητα» και «όνομα», χωρίς προσωπικότητα.
Σύμφωνα με τα ανωτέρω, ο θάνατος δεν είναι αθεράπευτο κακό, διότι τον
νίκησε ο Χριστός με την ανάσταση Του, καθώς «θανάτω θάνατον πατήσας». Οι κεκοιμημένοι προγεύονται τα αγαθά
των Θείων δωρεών, παρά τω Θεώ. Συνεπώς ό,τι κι αν αντιμετωπίζουμε, όποιο
πρόβλημα κι αν έχουμε, όποιος κι αν είναι ο πόνος ή η στενοχώρια μας, ας ακούμε
τον Κύριο, που λέγει: Θαρσείτε, διότι Εγώ είμαι κοντά σας είμαι ο δυνατός και ο
Νικητής. Θαρσείτε, διότι «νενίκηκα τον
κόσμον».
Στηριχθείτε σε μένα, εμπιστευτείτε τον εαυτό σας στην δική μου αγαθή
πρόνοια και θα βρείτε ανακούφιση. Θα νιώσετε αμέσως παρηγορίαν. Θα ξεπεράσετε
τον πόνο σας. Θα έλθει ηρεμία στην ψυχή σας. Θα νικήσετε στον αγώνα της ζωής.
Στις δύσκολες στιγμές της ζωής, η Εκκλησία κάνει μια σωστική προτροπή: «πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα».
Πηγή παρηγοριάς της ψυχής, στήριγμα και προστασία κραταιά είναι και η ακόλουθη
προσευχή: «Κύριε των δυνάμεων μεθ’ ημών γενού άλλον γαρ εκτός Σου βοηθόν εν
θλίψεσιν ουκ έχομεν Κύριε των δυνάμεων ελέησον ημάς». Σε δύσκολες
στιγμές, πού μπροστά μας φαίνεται μόνο σκοτάδι, γονατίζουμε και αφήνουμε την
ψυχή μας να ξεχυθεί σε θερμή προσευχή προς το Θεό και αμέσως ανοίγει ένα
παράθυρο φωτός μπροστά μας. Δεν μας εγκαταλείπει ο Θεός, διότι είναι «οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και
Πολυέλεος».
Η υπομονή είναι το φάρμακο κατά των δοκιμασιών και ο καρπός της πίστεως
προς τον Κύριο. Χωρίς πίστη προς τον Κύριο δεν μπορεί να υπάρξει υπομονή και
χωρίς θερμή προσευχή δεν μπορεί να έρθει παρηγοριά στην ψυχή. «Δι’ υπομονής
τρέχωμε τον προκείμενον ημίν αγώνα». «Εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς
υμών». Στάδιο δοκιμασιών είναι η ζωή. Παλαίστρα ο βίος μας επί της γης, δρόμος
μετ’ εμποδίων η πορεία μας. Με χειραγωγό και βοηθόν τον Κύριον θα νικήσουμε όλα
τα εμπόδια, θα υπερπηδήσουμε όλες τις δυσκολίες και θα φθάσουμε νικητές στον
ακύμαντο λιμένα της αγκάλης του Θεού, στην ατέρμονα αιωνιότητα. ΑΜΗΝ!