Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο, ως κορωνίδα της
δηµιουργίας, δωρίζοντάς του ψυχικά και σωµατικά χαρίσµατα, για να ζήσει αθάνατος
και αιώνια κοντά Του και «και ευλόγησεν αυτούς ο Θεός λέγων· αυξάνεσθε
και πληθύνεσθε, γεμίσατε όλην την γην και γενήτε κύριοι αυτής· σας δίδω την
δύναμιν να είσθε κύριοι και εξουσιαστές των ιχθύων της θαλάσσης και των πτηνών
του ουρανού, όλων των κτηνών και όλης της γης και όλων όσα, ως ερπετά, σύρονται
επάνω εις την επιφάνεια της γης». Δυστυχώς, όμως, η παρακοή τον έφερε να
βρίσκεται
πεσµένος και πληγωµένος κατά γης, αφού
νικήθηκε από την αµαρτία. Είναι τραγικό διότι η αμαρτία η αμαρτία τον
εμπόδισε να μετανοήσει, ώστε να αποφύγει την
πτώση του και να παραμείνει στον Παράδεισο.
Η αµαρτία, του
παρουσιάζει το σφάλμα του, ως κατόρθωµα και την δουλεία του, ως ευτυχία.
Γι’ αυτό είναι, χωρίς αμφιβολία, ταγικό
και οδυνηρό το αποτέλεσμα. Αντί να ζει
και να κοινωνεί µέ τον Δημιουργό του, κυλιέται
στη λάσπη και γίνεται συνδαιτυμόνας των χοίρων, ενώ η ψυχή του λιμνάζει στη λάσπη των παθών του.
Αντί, ως άνθρωπος (άνω θρώσκω), να κοιτάζει ψηλά, κοιτάζει διαρκώς κάτω, θεωρώντας ότι τα
πρόσκαιρα είναι αιώνια και αληθινά. Με
δική του απόφαση ακολούθησε τον διάβολο, ο οποίος τον οδήγησε στη φθορά και στον
θάνατο, διότι ταυτίστηκε µέ την αµαρτία, «τα γαρ οψώνια της αμαρτίας θάνατος»,
σύμφωνα με τον Απ. Παύλο (Ρωμ. στ΄ 23). Ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος αναφερόμενος στους πρωτοπλάστους
λέγει ότι «ο Αδάµ παραβαίνοντας τον νόµο του
Θεού, παρέδωσε τον εαυτό του στον διάβολο».
Όµως, παρά την
τραγική κατάσταση του αμαρτωλού πια ανθρώπου, οι δωρεές του Θεού σ’ αυτόν διατηρήθηκαν,
γιατί δεν µπορεί η αµαρτία, να αφανίσει εντελώς
το «κατ᾿
εικόνα» του ανθρώπου, παρά το ότι το «αμαύρωσε».
Η αμαρτία,
αναμφισβήτητα, είναι νόσος της ψυχής, που αν δεν προληφθεί έγκαιρα και έγκυρα,
υποτροπιάζει ραγδαίως και χρειάζεται θεραπευθεί. Η Εκκλησία διδάσκει, ότι για
να θεραπευθεί ο άνθρωπος, από τη νόσο της ψυχής, πρέπει να εφαρμόσει την τη
μέθοδο της μετάνοιας, όπως τη δίδαξε ο Θεάνθρωπος Κύριος και όπως την διέδωσαν,
κατ’ εντολή Του, οι Απόστολοι και εν συνεχεία οι άγιοι Πατέρες, οι οποίοι δίδουν αποτελεσματικές οδηγίες. Αυτές τις οδηγίες, χρειάζεται, απλά
και έντιμα να διδάσκει πάντοτε η ποιμένουσα Εκκλησία, δια των ποιμένων της.
Σύμφωνα,
λοιπόν, με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, μετάνοια είναι η μεταστροφή του νου και
η εγκατάλειψη της αμαρτωλής πορείας της ζωής και των εσφαλµένων
πράξεων και έργων. Είναι η μετάβαση του ανθρώπου, από την αµαρτία στη χάρη του
Θεού. Είναι η υπόσχεση στο Θεό, για αρχή αναίρετου βίου. Ο ιερός Χρυσόστομος
ονομάζει την μετάνοια «ιατρείον αναιρετικόν, δώρο ουράνιον, δύναµις θαυµαστή». Η αμαρτία, λέγει ο ιερός Χρυσόστομος «πάντας
μεταποιεί και πάντας αλλάζει. Αύτη τον ουρανόν ανοίγει. Αύτη εις τον Παράδεισον
εισάγει, αύτη τον διάβολο νικά».
Επίσης, ο
άγιος Ιωάννης της Κλίµακος λέγε ότι: «Η µετάνοια
είναι θυγατέρα της ελπίδας και η αποκήρυξη της απελπισίας».
Ο αείµνηστος καθηγητής Χρήστος
Ανδρούτσος λέγει ότι «Το Μυστήριο της µετανοίας είναι η θεοσύστατος πράξις, όθεν ο Θεός δια
του ιερέως αφίησι τας μετά
το βάπτισµα αµαρτίας
των ειλικρινώς μετανοούντων και
εξοµολογουµένων».
Το ελπιδοφόρο
μήνυμα είναι ότι το ιστορικό διάνυσμα της Εκκλησίας, παρουσιάζει ανθρώπους, που
μετανόησαν και βρέθηκαν στην αγκάλη του Θεού Πατέρα, όπως ο «άσωτος
υιός» της σημερινής παραβολής του Ευαγγελικού αναγνώσματος, καθώς και οι
ύμνοι της ημέρας λέγουν ότι «Τας αγκάλας νυνί, τας πατρικὰς
προσεφαπλώσας δέξαι, Κύριε, καμέ, ώσπερ τον Άσωτον», «Τας αγκάλας σου Χριστέ, υφαπλώσας
συμπαθώς υπόδειξαί με, από χώρας μακράς, αμαρτίας και παθών επαναστρέφοντα»,
«τον γαρ εκ της αμαρτίας, προς την πατρικήν εστίαν, αναδραμόντα Άσωτον Υιὸν
ο πανάγαθος Πατήρ, προϋπαντήσας ασπάζεται, και πάλιν της οικείας δόξης, χαρίζεται
τα γνωρίσματα».
Όντως, ο υιός εκείνος μετά από ταλαιπωρία και
εξουθένωση, μετά από σκληρή και επίπονη δοκιμασία, μακράν του πατέρα του και
αφού σκέφθηκε «πόσων αγαθών, ο άθλιος εμαυτόν εστέρησα, ποίας βασιλείας εξέπεσα ο ταλαίπωρος
εγώ, τον πλούτον ηνάλωσα, ον περ έλαβον, την εντολήν παρέβην. Οίμοι τάλαινα ψυχή
τω πυρί τω αιωνίῳ λοιπόν καταδικάζεσαι» αποφάσισε, την επιστροφή του στην πατρική εστία. «Εις
εαυτόν δε ελθών είπε· αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου και ερώ αυτώ» «Της πατρικής δωρεάς διασκορπίσας τον πλούτον, αλόγοις
συνεβοσκόμην ο τάλας κτήνεσι, και της αυτών ορεγόμενος τροφής ελίμωττον μη
χορταζόμενος, αλλ' υποστρέψας προς τον εύσπλαγχνον Πατέρα, κραυγάζω συν δάκρυσι·
Δέξαι με ως μίσθιον, προσπίπτοντα τη φιλανθρωπίᾳ σου, και σώσόν με».
Ο Κύριος, όταν μιλά για µετάνοια, εννοεί και
την εξομολόγηση. Τούτο εξάγεται από την σημερινή παραβολή. Το «αναστάς
πορεύσομαι» σηµαίνει την µετάνοια του, ενώ το «ερώ αυτώ» φανερώνει την εξοµολόγησή του. (Λουκ.15,18).
Ένα άλλο σημαντικό παράδειγμα μετανοίας έχουμε,
όταν ο Θεός, συγχώρεσε τον Προφήτη Δαυίδ, από τα αμαρτήματά του, επειδή
ομολόγησε, ότι «Ημάρτηκα τω Κυρίω».
Ο ιερός Χρυσόστομος λέγει ότι ο
Χριστός, μας προτρέπει, να ομολογήσουμε τα αμαρτήματά μας, όχι για να μας
τιμωρήσει, αλλά για να μας συγχωρήσει. Ο Κύριος δέχτηκε την μετάνοια του
Αποστόλου Πέτρου, επειδή
έκλαυσε, για την αμαρτία της αρνήσεώς Του. Συγχώρεσε την πόρνη γυναίκα, διότι, όπως ό Ίδιος μας
βεβαιώνει, λέγων ότι «συγχωρήθηκαν οι
πολλές της αμαρτίες επειδή αγάπησε πολύ». Τον βασιλέα της Ιουδαίας Μανασσή, ο Θεός, τον
τιμώρησε, για την αποστασία του, που επανέφερε στον περιούσιο λαό Του, την
ειδωλολατρία. Ο Μανασσής λυπήθηκε πολύ. Η θλίψη την οποία ο Θεός έδωσε στον
Μανασσή, για την αμαρτία της αποστασίας, τον οδήγησε στην μετάνοια. Ο Θεός δέχτηκε την μετάνοια
του Τελώνου, λόγω της ταπεινοφροσύνης του. Ο ιερός Χρυσόστομος ονομάζει την
ταπεινοφροσύνη «οδό μετανοίας». Ο Μ. Βασίλειος χαρακτηρίζει
τη µετάνοια, ως τη σωτηρία του
ανθρώπου. Ο προφήτης Ιερεμίας, έλεγε: «μήπως εκείνος που πίπτει δεν σηκώνεται, ή εκείνος
που παρεκλίνει δεν επιστέφει; Αυτό σηµαίνει µετάνοια». Παράδειγμα
μετανοίας είναι και ο ληστής, που συσταυρώθηκε με τον Χριστό. Η Εκκλησία
βεβαιώνει ότι: «η του ληστού μετάνοια τον Παράδεισον εσύλησεν (εκέρδισε)».
Η αγία μας Εκκλησία προβάλλει, σήμερα, την παραβολή
του «ασώτου
υιού». Οι Πατέρες όρισαν να είναι
αφιερωμένη η Κυριακή αυτή στην συγκεκριμένη παραβολή του Κυρίου, για να
τονισθεί στους πιστούς η απύθμενη αγάπη του Θεού, προς τον άνθρωπο και το
πλούσιο έλεος της συγχώρεσης, που δίνει στους μετανοούντες ανθρώπους.
Η προηγούμενη,
πρώτη Κυριακή του Τριωδίου, ήταν του Τελώνου και Φαρισαίου, η οποία στηλιτεύει
την παθολογική εγωιστική αυτάρκεια, καταδεικνύουσα τα δεινά και τις συνέπειές
της. Η σημερινή, δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου, είναι αφιερωμένη στη μετάνοια
και στα ευεργετικά αποτελέσματά της.
Δια τούτο αναφέραμε μερικά από τα υπαρκτά παραδείγματα
μετανοίας, δια να συλλογισθούμε κι εμείς και να ξεκινήσουμε την πορεία της
επιστροφής, προς τον Θεό και να σκεφθούμε, όπως ο «άσωτος» το «αναστάς
πορεύσομαι προς τον πατέρα μου και ερώ αυτώ». Και αν ακόμη ξεπεράσαμε
στην αμαρτία, όλους τους αμαρτωλούς, ας πορευθούμε την οδό της μετανοίας, με
την πεποίθηση και τη βεβαιότητα, ότι το έλεος και η αγάπη του στοργικού Πατέρα
μας, του Κυρίου και Θεού ημών, νικά το πλήθος των αμαρτιών μας. Άλλωστε μας παρακινεί
προς αυτή την επιλογή και η υμνολογία της ημέρας. «Του Σωτήρος ημών καθ' εκάστην διδάσκοντος δι' οικείας φωνής, των Γραφών ακουσώμεθα,
περὶ του Ασώτου και σώφρονος πάλιν, και τούτου πίστει εκμιμησώμεθα την καλὴν
μετάνοιαν, τω κατιδόντι πάντα τα κρύφια μετά ταπεινής καρδίας κράξωμεν· Ημάρτομέν
σοι Πάτερ οικτίρμον, και ουκ εσμὲν άξιοι ποτέ, κληθήναι τέκνα ως πριν. Αλλ' ως
φύσει υπάρχων φιλάνθρωπος, συ προσδέχου, και ποίησόν με, ως ένα των μισθίων σου» (Οίκος).
Την προσωπική μετάνοια, ευλογεί
η μυστηριακή Μετάνοια, η συμμετοχή, δηλαδή, στη μυστηριακή πράξη της Εκκλησίας,
την Ιερά Εξομολόγηση, με την οποία, δυνάμει του Αγίου Πνεύματος, συγχωρούνται
τα αμαρτήματα του κάθε μετανοούντος και επιστρέφοντος χριστιανού. Ο πιστός,
μέσα από το ιερό Μυστήριο της Εξομολογήσεως, αποκαθίσταται στην οργανική και
φυσική του θέση μέσα στην Εκκλησία, όπου γίνεται μεθεκτή η κοινωνία του με το
Θεό, η είσοδός του στην Αγιοτριαδική Θεία Χάρη Του.
Το Ιερό Μυστήριο της Μετανοίας ή της Εξομολογήσεως,
ως μυστήριο του Θείου Ελέους και της Θείας Χάριτος, συνεργεί στην επιστροφή
μας, όπως και στην περίπτωση του «ασώτου», που επέστρεψε στην πατρική
εστία, στην πατρική αγκάλη και στην πατρική αγάπη. Με αυτό το μυστήριο
δεχόμαστε πάλι την Χάρη της Θείας Χάριτος και γινόμεθα υιοί «κατά
χάριν», διότι «όπου αμαρτημάτων άφεσις, εκεί υιοθεσία».
Μετάνοια
σημαίνει αλλαγή νου, δηλαδή, οντολογική μετάλλαξη του ανθρώπου, ο οποίος
διαβαίνει από την εγωκεντρική του αυτάρκεια, στην αυτοσυνειδησία της
αμαρτωλότητάς του, που τον οδηγεί μπροστά στον Θεό της αγάπης και του ελέους, ο Οποίος τον αγκαλιάζει και τον στολίζει
αρχοντικά και «την πρώτην αποδιδούς αυτώ, στολὴν της σης βασιλείας».
Όλοι εµείς οι
κληρικοί και εξομολόγοι, ας εξεργασθούμε
εντονότερα και ορθότερα, για να βοηθήσουμε τον πεπτωκότα άνθρωπο, να
συνειδητοποιήσει την οδύνη της πτώσης του και να βρει τον δίαυλο κοινωνίας του,
με την Θεία Χάρη, ώστε να επέλθει η οντολογική αποκατάσταση της πτώσης, της
φθοράς και του θανάτου και μαζί με τον ποιητή της εκκλησίας να ψάλει και να παρακαλεί
τον Φιλεύσπλαχνο Πατέρα και λέγων, «Πάτερ Αγάθε, εμακρύνθην από σου, μη εγκαταλίπῃς
με, μηδὲ αχρείον δείξῃς της βασιλείας σου· ο εχθρός ο παμπόνηρος εγύμνωσέ με, και
ήρε μου τον πλούτον· της ψυχής τα χαρίσματα ασώτως διεσκόρπισα, αναστάς ουν, επιστρέψας
προς σε εκβοώ. Ποίησόν με ως ένα των μισθίων σου, ὁ δι' εμέ εν Σταυρώ τας αχράντους
σου χείρας απλώσας, ίνα του δεινού θηρός αφαρπάσῃς με, και την πρώτην καταστολὴν
επενδύσῃς με, ως μόνος πολυέλεος».
Να
προσπαθήσουμε να αναζωπυρώσουμε τις σπίθες της πίστεως που βρίσκονται σκεπασμένες
κάτω από τη στάχτη της αµαρτίας, για να ελευθερωθεί ο κάθε αμαρτωλός, από τα δεσµά της. Για το
σκοπό αυτό έχουµε
συνεργό και συμπαραστάτη τον Ενανθρωπίσαντα Υιό και Λόγο του Θεού. Η διδασκαλία
Του είναι ο ούριος
άνεμος, που θα φυσήξει για να σκορπίσει τη στάχτη της αµαρτίας και να αναζωπυρώσει την σπίθα της πίστης, ώστε να μεταμορφωθεί σε φλόγα, που θα σκορπήσει το σκοτάδι του άδη, από τον οποίο
θα να ανορθωθεί ο πεπτωκός άνθρωπος. Γι᾿
αυτόν τον σκοπό ο Κύριος εγκαθίδρυσε την Εκκλησία Του, η οποία είναι το θεραπευτήριο
και το ιατρείο των αμαρτωλών. Μέσα στο «Εξοµολογητήρι»
της βρίσκεται πάντα ένας «στοργικός
πατέρας», που υποδέχεται τον κάθε παραστρατημένο, τον κάθε αμαρτωλό, για
να του δώσει τις κατάλληλες πατρικές συμβουλές και θα τον καθοδηγήσει, έτσι
ώστε, να πορευθεί σε μια ζωή αναμάρτητη, για να φθάσει στον τελικό στόχο, που
είναι η Θέωση. Ως στρατευμένοι στον αγώνα
αυτό πρέπει να ενδιαφερόμαστε, να παρακολουθούμε την πνευµατική πρόοδο των χριστιανών µας, όπως έκαναν και οι άγιοι Πατέρες της
Εκκλησίας μας.
Ο άγιος Κλήµης, ο Επίσκοπος Ρώµης, γράφει στους
Κορινθίους: «Διέλθωμεν εις τας γενεάς πάσας και καταµάθωµεν, εν
γενεά και γενεά, ποίον
µετανοίας τόπον έδωκεν ο Δεσπότης». Σε άλλη
επιστολή του γράφει: «µετανοήσωµεν, νήφωµεν
επί το αγαθόν, ίνα εξαλείψωµεν αφ’ ηµών τα πρότερα
αμαρτήματα και µμετανοήσαντες εκ ψυχής σωθώµεν, έως ουν εσµέν
επί της γης µετανοήσωµεν».
Το κήρυγµα της
Εκκλησίας είναι µια ανοιχτή πρόσκληση για
µετάνοια και σωτηρία. Αλλά και οι ύμνοι όλων των ακολουθιών της, παροτρύνουν
τους πιστούς σε µετάνοια. Τόσο βιβλίο του «Τριωδίου», όσο και το βιβλίο της
Παρακλητικής αναφέρονται, κατά κύριο λόγο στην µετάνοια. «Της μετανοίας άνοιξόν μοι πύλας
ζωοδότα», «δέξαι με μετανοούντα, Σωτὴρ και σώσόν με», «γεωσπορήσας την αμαρτίαν,
τη δρεπάνῃ ἐθέρισα, τους στάχυας της αμελείας, και δραγμάτων εστοίβασα, πράξεών
μου τας θημωνίας, ας και κατέστρωσα ουχ άλωνι της μετανοίας». «Ελέησόν µε είπεν ο Δαυΐδ καγώ
σοι κράζω ήµαρτον Σωτήρ, τας εµάς
αµαρτίας, δια της µετανοίας εξαλείψας, ελέησόν µε».
Ελθόντες και εμείς «εις εαυτόν», ας λάβουμε
την απόφαση της επιστροφής μας στον Θεό Πατέρα και να του πούμε, όπως του είπε ο επιστρέψας
«άσωτος»: «Πάτερ ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου». Είναι
βέβαιον, ότι θα ανοίξει και για εμάς η πατρική αγκάλη του Θεού και θα γίνουμε,
εκ νέου κοινωνοί της αγάπης Του, ακούοντες την πατρική Του φωνή, να μας λέει: «Ούτος
ο υιός μου νεκρός ην και ανέζησε και απολωλώς ην και ευρέθη».(Λουκ.15,32). Για να ανοίξει στον καθένα από εμάς η
πατρική αγκάλη, ας προσθέσουμε στην προσευχή μας, τον υπέροχο ύμνο της σημερινής
Κυριακής, που λέγει: «Της νυκτός διελθούσης, ήγγικεν η ημέρα, και
το φως τω κόσμῳ επέλαμψε· δια τούτο υμνεί σε τάγματα Αγγέλων και δοξολογεί σε
Χριστέ ο Θεός» και επίσης μη διαφεύγει από τον νου και την καρδία μας,
ότι πρέπει, αδιαλείπτως, «τον Κύριον υμνούμεν και δοξολογούμεν εις
πάντας τους αιώνας». ΑΜΗΝ!
Πρωτ. Γεώργιος Σούλος