ΤΡΙΩΔΙΟΝ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ
Του Πρωτοπρεσβυτέρου
Γεωργίου Σούλου
Τριώδιο
είναι η Εκκλησιαστική περίοδος της πνευματικής προετοιμασίας των πιστών, προ
των φρικτών γεγονότων του Θείου Πάθους της Μ. Εβδομάδος και του Πάσχα, που
ακολουθούν. Το
ιερό Τριώδιο περιλαμβάνει τέσσερις Κυριακές: Τελώνου και του Φαρισαίου, Ασώτου,
Αποκρέω και της Τυρινής.
Ο Κύριος με παραβολές
αποσκοπεί να στιγματίσει τη Φαρισαϊκή έπαρση και υποκρισία, να αποκαλύψει την
απέραντη Αγάπη του Θεού Πατρός στον παραστρατημένον άσωτο υιό Του, με την άνευ
όρων ελευθερία, που του χαρίζει, καθώς επίσης επιδιώκει να φέρει σε αυτογνωσία
και σε θεογνωσία τον πεπτωκότα άνθρωπο. Επίσης, η Εκκλησία με την υμνολογία της
ανασύρει από το χάος της πεπτωκυίας ανθρώπινης μνήμης τη ζωή του Παραδείσου και
Εκκλησιολογικά ανανεωμένη την αναπλάθει, ως νοσταλγία και οντολογική επιστροφή.
Το ευαγγελικό ανάγνωσμα της πρώτης
Κυριακής του Τριωδίου διηγείται την παραβολή του Τελώνου και Φαρισαίου. Η
υμνολογία, ερμηνεύοντας την παραβολή, προβάλλει το μήνυμα της πρώτης εβδομάδας
του Τριωδίου με τον στίχο· «Φαρισαίου φύγωμεν υψηγορίαν και τελώνου
μάθωμεν το ταπεινόν». Η Κυριακή του
Τελώνου και του Φαρισαίου ονομάστηκε από την
ευαγγελική περικοπή, που η Εκκλησία μας, όρισε να διαβάζεται την πρώτη
Κυριακή του Τριωδίου, που είναι περίοδος πνευματικής προετοιμασίας, μετάνοιας,
άσκησης και νηστείας. Στην παραβολή
αυτή ο Κύριος αναφέρει δύο διαφορετικούς τύπους ανθρώπων. Τον Τελώνη και τον Φαρισαίο, οι οποίοι εκπροσωπούν δυο διαφορετικούς χαρακτήρες
ανθρώπων.
Η όλη υμνολογία της
εβδομάδας αποδίδει στον φαρισαίο τα εξής χαρακτηριστικά:
Παραλογισμό: Ο
φαρισαίος παθαίνει απόκλιση από το λογικό και το σωστό, διότι διακατέχεται από
την ψευδαίσθηση ότι είναι αυτοδύναμος και αυτάρκης, ενώ η λογική βοά, ότι ως
κτιστός είναι θνητός και εξαρτημένος.
Οίηση:
Είναι φαντασμένος. Νομίζει ότι τα έχει όλα. Δεν βλέπει τις ελλείψεις του. Έτσι
αποκλείει εκ των προτέρων τη δυνατότητα για διόρθωση.
Έπαρση: Βάζει
τον εαυτό του πάνω από τους άλλους, αγνοώντας ότι είναι κοινή η ανθρώπινη φύση
σε όλα τα ανθρώπινα πρόσωπα.
Κενοδοξία:
Μανιακή αναζήτηση της κούφιας δόξας. Συνεχώς άγχεται και αγωνίζεται να πείσει
τους άλλους να τον θαυμάζουν και να τον επαινούν. Έτσι ποτέ δεν μπορεί να
ηρεμήσει και να ειρηνεύσει.
Ψυχική τύφλωση: Η υπερηφάνεια και η
κενοδοξία του, τυφλώνουν την ψυχή του, ώστε να παραγνωρίζει τον Θεό και να
υποτιμά τους ανθρώπους.
Ο φαρισαίος δεν
δικαιώθηκε, επειδή, δεν ζήτησε δικαίωση. Και δεν ζήτησε δικαίωση, επειδή, δεν
ήταν ταπεινός και θεωρούσε τον εαυτό του αυτάρκη. Ο τελώνης, που ήταν ταπεινός
και ένιωθε την ανεπάρκειά του, ζήτησε και έλαβε την σωτηρία. Γι’ αυτό το
Τριώδιο αρχίζει με την παραβολή του τελώνου και φαρισαίου και η Εκκλησία
διδάσκει: «Φαρισαίου φύγωμεν υψηγορίαν και τελώνου μάθωμεν το ταπεινόν».
Ο Φαρισαίος θεωρείται,
ως ο κλασσικός θρησκευτικός χαρακτήρας, που πείθει όλους, για τις αρετές του
και τις αγαθοεργίες του.
Και
όμως τη λογική αυτή σήμερα την ανατρέπει ο Χριστός, δια της ευαγγελικής
περικοπής.
Ο Φαρισαίος, φαινομενικά
ήταν άνθρωπος της προσευχής, της νηστείας και της φιλανθρωπίας. Ήταν άνθρωπος,
που ήθελε την αυστηρή εφαρμογή του Μωσαϊκού Νόμου και των Λατρευτικών
διατάξεων. Γι’ αυτό και περίμενε να εύρει δικαίωση ενώπιον του Θεού. Ο Θεός
όμως έχει άλλα κριτήρια. Δεν παρασύρεται από την συμπεριφορά του και την
θρησκευτική του αυτοαπαρουσίαση. Τα κριτήρια του Θεού έχουν να κάνουν με το
ταπεινό φρόνημα. Ο Φαρισαίος, έδειχνε σαν να εξανάγκαζε τον Θεό να τον ανταμείψει
για τις αρετές του. «Νηστεύω δύο φόρες την εβδομάδα και δίνω
στον Ναό το δέκατο από τα εισοδήματά μου».
Η στάση του Φαρισαίου
είναι προκλητική, κάτι που συμβαίνει με όλους εκείνους τους ανθρώπους οι οποίοι
έχουν πωρωμένη την συνείδησή τους. Στέκονται και αυτοί ενώπιον του Θεού με υπερηφάνεια,
σαν αναμάρτητοι. Αντὶ να ζητούν το έλεός Του, για να τους ενισχύσει στον αγώνα εναντίον
του κακού, αντὶ να Τον ευχαριστήσουν για τις δωρεές και τις χαρές, που
τους παρέχει, δικαιώνουν τον εαυτό τους για τις αμαρτίες τους. Ο
Φαρισαίος της παραβολής δεν μπορούσε να δει το κακό, που του συνέβαινε. Ο εγωισμός
τύφλωσε τα μάτια της ψυχής του και δεν έβλεπε τον δρόμο που θα τον οδηγούσε
στη σωτηρία του.
Ο Τελώνης θεωρείται, ως
αμαρτωλός και παράδειγμα προς αποφυγήν από τους θρησκευτικούς χαρακτήρες, ο
οποίος Τελώνης πήγε στο Ιερό, όχι μόνο διότι ήταν τόπος καθορισμένος για κοινή
λατρεία, σαν οίκος προσευχής, αλλά διότι ήθελε να βρει παρηγοριά και ανακούφιση
στη συνείδησή του, η οποία τον βασάνιζε ακριβώς επειδή αισθανόταν ότι ήταν αμαρτωλός.
Ο Τελώνης αντίθετα,
συντετριμμένος από την αμαρτία, φωνάζει μέσα από τα βάθη της καρδιάς του: «Θεέ
μου, συγχώρεσε με τον αμαρτωλό». Με την ταπείνωση και με την
συναίσθηση ότι είναι αμαρτωλός, σώθηκε. Η στάση αυτή μάς διδάσκει πώς πρέπει να
αγωνιζόμαστε τον πνευματικό μας αγώνα με ταπεινοφροσύνη, επειδή αυτή είναι που τελειοποιεί
τους ανθρώπους και ανακηρύσσει τους αγίους. Ο ιερός Αυγουστίνος την ονομάζει «μείζονα
των αρετών» και συνεχίζει, ότι «Αν με ρωτήσεις τὶ είναι πρώτο στον χριστιανισμό,
θα απαντήσω: Η ταπεινοφροσύνη. Τὶ δεύτερο; Η ταπεινοφροσύνη. Τὶ τρίτο; Η
ταπεινοφροσύνη, διότι χωρὶς αυτήν και η πιο μεγάλη αρετή καταντά κακία».
Η ορθόδοξη Εκκλησία
θεωρεί, ως σωτηρία, την πνευματική, τη βουλητική και την υπαρξιακή ένωση με τον
Θεό. Η ένωση, όμως αυτή, γίνεται μεν από το Άγιο Πνεύμα, αλλά με την ελεύθερη θέληση
του ανθρώπου. Αλλά για να υπάρξει αυτή η ελεύθερη θέληση του ανθρώπου, ώστε να ενωθεί
με τον Χριστό, πρέπει ο άνθρωπος να αναγνωρίζει την ανεπάρκειά του, δηλαδή να είναι
ταπεινός. Γι᾿ αυτό λέμε ότι δεν υπάρχει σωτηρία χωρίς ταπείνωση.
Ο φαρισαίος έμεινε αδικαίωτος,
επειδή δεν ζήτησε δικαίωση. Δεν ζήτησε δικαίωση, επειδή δεν ήταν ταπεινός και θεωρούσε
τον εαυτό του αυτάρκη. Ο τελώνης, που ήταν ταπεινός και ένιωθε την ανεπάρκειά
του, ζήτησε και έλαβε τη σωτηρία. Είναι φανερό ότι αυτό που λέμε αμαρτία στην εκκλησιαστική
γλώσσα και αυτό που λέμε σύμπλεγμα στην έρευνα της Επιστήμης είναι ο φαρισαϊσμός,
που χωρίζει τους ανθρώπους, σκορπά τη δυστυχία στη ζωή τους, ματαιώνει τη σωτηρία
τους. Αντίθετα, η πορεία προς την επιτυχία, προς την ψυχική γαλήνη, την ειρηνική
οικογενειακή και κοινωνική ζωή, προς τη χριστοποίηση γίνεται με την ταπείνωση. Αυτό
βεβαιώνει η πείρα της ζωής, ο λόγος του Θεού. Γι᾿ αυτό το Τριώδιο αρχίζει με
την παραβολή του τελώνου και φαρισαίου και η Εκκλησία βάζει ως πρώτο σύνθημα τη
διατύπωση· «Φαρισαίου φύγωμεν υψηγορίαν και τελώνου μάθωμεν το ταπεινόν».
Ο φαρισαϊσμός, ως
φαντασίωση και ψευδαίσθηση, ως ύβρις και νοσηρός δονκιχωτισμός, ως άρνηση
κοινωνίας με τον Θεό και τους συνανθρώπους, αλλοτριώνει τον άνθρωπο και τον κάνει
δυστυχισμένο. Του στερεί τη δυνατότητα να αναπαύεται στην αγάπη του Θεού και να
χαίρεται την εμπιστοσύνη των πλησίον του. Ο φαρισαϊκός άνθρωπος δεν είναι πνευματικός
άνθρωπος, διότι δεν έχει τη χάρη του Θεού, διότι δεν τη ζητά. Δεν μπορεί επομένως
ο φαρισαίος να χριστοποιηθεί. Θα λιμοκτονεί στη μίζερη θνητότητά του. Θα είναι δυστυχισμένος
στη δαιμονική μοναξιά του.
Όμως το μήνυμα της Εκκλησίας δεν είναι μόνο αρνητικό. Συμπληρώνεται και με τη
θετική διατύπωση «Τελώνου μάθωμεν το ταπεινόν».
Η τελωνική ταπείνωση φυσικά δεν είναι υποκριτική ταπεινολογία ούτε ηττοπάθεια ή μειονεκτικότητα. Η τελωνική ταπείνωση, που προβάλλει η Εκκλησία ως αρετή, είναι η συναίσθηση εξάρτησης από τον Θεό και επικοινωνίας με τους ανθρώπους. Είναι η βαθειά επίγνωση ότι ο άνθρωπος είναι δούλος Θεού και σύνδουλος των ανθρώπων.
Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής προσδιορίζει την ουσία της ταπείνωσης λέγων ότι «Ταπεινοφροσύνη είναι συνεχής προσευχή». Όταν ο άνθρωπος επικαλείται πάντοτε τον Θεό σε βοήθεια, δεν τον αφήνει, να πιστεύει ανόητα στη δική του δύναμη και σοφία, ούτε να ταπεινώνει άλλους. Αυτή η ταπείνωση αποτελεί τη βάση όλων των αρετών, την προϋπόθεση της χριστιανικής ζωής και την ουσία της ορθόδοξης πνευματικότητας. Η Ταπεινοφροσύνη είναι ρεαλιστική προσαρμογή στη ζωή. Ο λογικός και ισορροπημένος άνθρωπος συνειδητοποιεί τα όρια των δυνατοτήτων του στη ζωή. Γνωρίζει καλά πως ό,τι είναι, ό,τι έχει, άλλος του τα έδωσε και όποτε θέλει του τα αφαιρεί. Συνειδητοποιεί ότι όλα στη ζωή είναι δώρα του Θεού. Αυτή η συναίσθηση κάνει τον άνθρωπο ισορροπημένο και ρεαλιστή και προσγειωμένο. Η ταπεινοφροσύνη, ως ρεαλιστική θεώρηση της ζωής, απαλλάσσει τον άνθρωπο από την ματαιοδοξία, το άγχος και την αγωνία. Εξασφαλίζει στον άνθρωπο ψυχική γαλήνη, που είναι η σημαντικότερη προϋπόθεση της ανθρώπινης ευτυχίας.
Η τελωνική ταπείνωση φυσικά δεν είναι υποκριτική ταπεινολογία ούτε ηττοπάθεια ή μειονεκτικότητα. Η τελωνική ταπείνωση, που προβάλλει η Εκκλησία ως αρετή, είναι η συναίσθηση εξάρτησης από τον Θεό και επικοινωνίας με τους ανθρώπους. Είναι η βαθειά επίγνωση ότι ο άνθρωπος είναι δούλος Θεού και σύνδουλος των ανθρώπων.
Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής προσδιορίζει την ουσία της ταπείνωσης λέγων ότι «Ταπεινοφροσύνη είναι συνεχής προσευχή». Όταν ο άνθρωπος επικαλείται πάντοτε τον Θεό σε βοήθεια, δεν τον αφήνει, να πιστεύει ανόητα στη δική του δύναμη και σοφία, ούτε να ταπεινώνει άλλους. Αυτή η ταπείνωση αποτελεί τη βάση όλων των αρετών, την προϋπόθεση της χριστιανικής ζωής και την ουσία της ορθόδοξης πνευματικότητας. Η Ταπεινοφροσύνη είναι ρεαλιστική προσαρμογή στη ζωή. Ο λογικός και ισορροπημένος άνθρωπος συνειδητοποιεί τα όρια των δυνατοτήτων του στη ζωή. Γνωρίζει καλά πως ό,τι είναι, ό,τι έχει, άλλος του τα έδωσε και όποτε θέλει του τα αφαιρεί. Συνειδητοποιεί ότι όλα στη ζωή είναι δώρα του Θεού. Αυτή η συναίσθηση κάνει τον άνθρωπο ισορροπημένο και ρεαλιστή και προσγειωμένο. Η ταπεινοφροσύνη, ως ρεαλιστική θεώρηση της ζωής, απαλλάσσει τον άνθρωπο από την ματαιοδοξία, το άγχος και την αγωνία. Εξασφαλίζει στον άνθρωπο ψυχική γαλήνη, που είναι η σημαντικότερη προϋπόθεση της ανθρώπινης ευτυχίας.
Ανέβηκαν ο τελώνης και ο Φαρισαίος στο ιερό για να προσευχηθούν. Ο Φαρισαίος
δεν κατάφερε να επικοινωνήσει με τον Θεό, διότι η αλαζονεία του δεν
τον άφηνε να προσευχηθεί με ειλικρίνεια. Όμως ο Τελώνης, με την ψυχική του συντριβή,
κατάφερε ώστε η προσευχή του να φθάσει στο θρόνο του Κυρίου και να φύγει από τον
Ναό, για το σπίτι του «δικαιωμένος». Γι’ αυτό και ο Άγιος
Γρηγόριος ο Παλαμάς μας λέγει πως η ειλικρινής προσευχή «ανεβάζει τον
άνθρωπο από τη γη στον ουρανό και αφού ξεπεράσει ακόμη και τον φέρνει κοντά
στον Θεό» Η προσευχή είναι άνοδος και συνάντησις του ανθρώπου με τον Θεό.
Ο π. Αλεξάντερ Σμέμαν γράφει: «Η περίοδος λοιπόν, του Τριωδίου και της Μεγάλης Σαρακοστής αρχίζει
με μια αναζήτηση, μια προσευχή για ταπείνωση, που είναι η αρχή της αληθινής
μετάνοιας. Γιατί μετάνοια, πάνω από καθετί άλλο, είναι η επιστροφή στη γνήσια
τάξη των πραγμάτων, η «αναμόρφωση του αρχαίου κάλλους». Η
μετάνοια επομένως είναι θεμελιωμένη στην ταπείνωση και η ταπείνωση — η Θεία και
θαυμαστή ταπείνωση — είναι καρπός της και τέρμα της». Το Κοντάκιο της ημέρας
λέγει: «Φαρισαίου φύγωμεν υψηγορίαν και Τελώνου μάθωμεν το ταπεινόν εν
στεναγμοίς». Βρισκόμαστε μπροστά στις «πύλες της μετανοίας» και
στην πιο επιβλητική στιγμή του Όρθρου της Κυριακής, μετά το Αναστάσιμο
Ευαγγέλιο και το, «Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι…», ψάλλουμε για πρώτη φορά το
τροπάριο, που θα ψέλνεται σε όλη τη διάρκεια του Τριωδίου και της Μεγάλης
Σαρακοστής:
«Της μετανοίας άνοιξόν
μοι πύλας Ζωοδότα. Ορθρίζει γαρ το πνεύμα μου, προς ναόν τον άγιόν σου, ναόν
φέρων του σώματος, όλον εσπιλωμένον αλλ’ ως οικτίρμων κάθαρον, ευσπλάχνω σου
ελέει».