Αγαπητοί μου,
Ασκείτε όντως, δύσκολο μεν, όμως κατ' εξοχήν φιλάνθρωπο λειτούργημα, που επιστρατεύει τα πιο λεπτά αισθήματα της ανθρώπινης ψυχής, τη συμπόνοια, τη θυσία, την αυτοπροσφορά. Γι' αυτό και σας περιβάλλουμε με ιδιαίτερη εκτίμηση κι' εμπιστοσύνη. Γι' αυτό και προσευχόμεθα για σας θερμά, να σας ενισχύει ο Θεός, ώστε να προσφέρετε με ζήλο, γνώση και αγάπη τις πολύτιμες υπηρεσίες σας στη διακονία των ανθρώπων που πονούν. Γι' αυτό και αποτελεί ιδιαίτερη τιμή για μένα να βρίσκομαι απόψε εδώ προσκεκλημένος σας για να ευλογήσω το 39ο Πανελλήνιο Νοσηλευτικό Συνέδριο, και να σας ομιλήσω στην εναρκτήρια τούτη σύναξη. Σας ευχαριστώ γι' αυτή την τιμητική πρόσκληση, που συνάμα απηχεί την αγάπη σας προς την Εκκλησία αλλά και την αναγνώριση του φερέγγυου λόγου της και της προσφοράς της. Απευθύνω, λοιπόν, προς όλους σας μαζί με τον Αναστάσιμο χαιρετισμό «Χριστός Ανέστη» και τις ειλικρινείς ευχές μου για επιτυχία στο Συνέδριό σας.
Προκειμένου δε να συνεισφέρω κι εγώ στην αξιέπαινη προσπάθειά σας, θα καταθέσω στην αγάπη σας τις σκέψεις μου σχετικά με τη συμβολή της Εκκλησίας στην Υγεία. Όσα θα σας αναφέρω στη συνέχεια, προέρχονται από τη θεολογική και εκκλησιαστική πρακτική, και αποδεικνύουν πως η Εκκλησία δεν περιορίζει τα ενδιαφέροντά της μόνο στην ψυχή του ανθρώπου, αλλά τα επεκτείνει και στο σώμα του, το οποίο και αξιοκρατικά τιμά ως βασικό στοιχείο της ανθρώπινης υπόστασης. Άλλωστε, ως ορθόδοξοι Χριστιανοί παραδεχόμαστε ότι ο άνθρωπος σύγκειται εκ ψυχής και σώματος, και ότι «το σώμα μεν από της γης, η δε ψυχή ουρανία» κατά τον Μέγα Βασίλειο. Έτσι, και η μέριμνα για το σώμα εντάσσεται στο επίκεντρο της πνευματικής ζωής, όπου βέβαια την προτεραιότητα έχει η μέριμνα για την ψυχή.
Ας δούμε όμως ποιά είναι η συμβολή της Εκκλησίας στην Υγεία. Κατ' αρχήν πρέπει να τονιστεί ότι η Εκκλησία, χωρίς να μεταβάλλεται σε συστηματικό και πρωτεύοντα παράγοντα υγείας και προστασίας του ανθρώπου από τις νόσους που τον απειλούν, χρησιμοποιεί στα πλαίσια του αναγεννητικού της έργου και καταφεύγει σε πρακτικές, πολλές από τις οποίες λειτουργούν και ως μέσα αγωγής της υγείας, έχοντας άμεση σχέση με την αποτροπή διαφόρων νοσημάτων. Ασκεί δηλαδή η Εκκλησία κατά κάποιον τρόπο μια μορφή προληπτικής Ιατρικής. Με κάθε δυνατή συντομία θα παραθέσω έξι σημεία θεσμικών πνευματικών πρακτικών της, που προσφέρουν υπηρεσίες στη διατήρηση της υγείας της ψυχής αλλά και του σώματος. Αυτά είναι:
1. Η θρησκευτική πίστη. Πρόκειται για την εσωτερική κατάσταση της ψυχής που κατευθύνει τον πνευματικό προσανατολισμό του ανθρώπου προς το Θεό. Από την πίστη στο Θεό και στην πρόνοιά Του εκπορεύεται η ελπίδα, και από αυτήν η εσωτερική ισορροπία, που συντελούν στην ψυχική πρωτίστως και ύστερα στή σωματική υγεία του ανθρώπου. Όπως αποδεδειγμένα υπάρχουν ψυχικές καταστάσεις που αποτελούν νοσογόνους παράγοντες, έτσι υπάρχουν άλλες τέτοιες καταστάσεις που συντελούν στη διατήρηση της υγείας. Άνθρωπος πιστός ομοιάζει με πλοιάριο που διαθέτει άγκυρα. Δεν κινδυνεύει να παρασυρθεί από τους ανέμους και τα κύματα και να ναυαγήσει. Γνωρίζουμε άλλωστε όλοι ότι η πίστη στο Θεό συμβάλλει ουσιαστικά στην εμπέδωση μέσα στον άνθρωπο του αισθήματος της ασφάλειας. «Άνθρωπος που προσεύχεται-έγραφε ο Αλέξης Καρέλ-αναρρώνει γρηγορότερα από οποιονδήποτε άλλον».
2. Η ειρήνη της καρδιάς . Είναι το εσωτερικό εκείνο αίσθημα της ψυχής, που στηρίζεται στην καθαρότητα και αγαθότητα της καρδιάς, και έχει ως αποτέλεσμα την ανεπιτήδευτη απλότητα και οικειότητα με το Θεό και τους ανθρώπους. Εκείνος που έχει αποκτήσει ειρήνη μέσα στην καρδιά του, που δεν τον αναστατώνουν οι ενοχές, που δεν τον κατατρύχουν οι τύψεις, ο άνθρωπος, με ένα λόγο, του Θεού, αυτός δεν αισθάνεται ούτε το άγχος ούτε την ψυχική καταπίεση, που ταλαιπωρούν τυραννικά χιλιάδες ανθρώπων, και μπορεί να οδηγήσουν σε ψυχιατρικά προβλήματα. Η χάρη του Θεού φωλιάζει μέσα του, και χαρίζοντάς του μια αναφαίρετη ειρήνη, τον απαλλάσσει από κάθε ανησυχία και αγωνία, τον προστατεύει από τη νοσογόνο αίσθηση της καταπίεσης της συνείδησης και της ψυχής.
3. Η εγκράτεια και η ηθική ζωή. Είναι ίσως περιττό να αιτιολογήσουμε τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην ηθική ζωή, όπως τη διδάσκει η Εκκλησία., και στη σωματική και ψυχική υγεία που την ακολουθεί. Ο εγκρατής άνθρωπος προστατεύεται από νοσήματα που μεταδίδονται με την ανηθικότητα, ο αριθμός των οποίων έχει αυξηθεί, όπως γνωρίζετε, τα τελευταία χρόνια, καθώς όχι μόνο τα δερματικά αφροδίσια νοσήματα, αλλά και ηπατίτιδες και το AIDS και ο ύπουλος ιός του ανθρωπίνου θηλώματος ελλοχεύουν στην άτακτη ζωή και συμπεριφορά. Έτσι, η εγκράτεια, που η Εκκλησία προβάλλει ως αντίδοτο του πανσεξουαλισμού και των συνεπειών του, αναγορεύεται σε σημαντικό παράγοντα περιφρούρησης της υγείας.
4. Η νηστεία. Η νηστεία, βέβαια, αποβλέπει στην εσωτερική καλλιέργεια του ανθρώπου, και έχει πρωτίστως πνευματικό χαρακτήρα, καθώς με τη μείωση της ποσότητας της καταναλισκόμενης τροφής αλλά και με την αποχή από κάποια τρόφιμα επιτυγχάνεται θυσία και στέρηση. Παράλληλα όμως, με την αντικατάσταση της πλούσιας σε πρωτεΐνες και λίπη σωματοκτόνου τροφής με άλλη φτωχή σε τέτοια, και πλούσια σε υδατάνθρακες, όπως είναι π.χ. τα λαχανικά η τα όσπρια, επιτυγχάνεται η κατανάλωση ωφελίμων για την υγεία μας τροφών, που δεν μας προδιαθέτουν σε νόσηση. Οι νηστείες της Εκκλησίας μας διαρθρώνονται σε όλη τη διάρκεια του έτους, και συνηθίζουν τον τηρητή τους στην περιοδική άσκηση. Σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες, ημέρες κρεωφαγίας είναι περί τις 80 μέσα στο χρόνο, ενώ οι ημέρες που δεν επιτρέπεται κατανάλωση γαλακτοκομικών, αυγών κ.λ.π. ανέρχονται στις 280. Αυτό σημαίνει ότι όποιος τηρεί τις νηστείες της Εκκλησίας μας, και αποφεύγει τη συχνή κατανάλωση κρέατος και γαλακτοκομικών, ενώ τρώει ψάρι, λάδι, λαχανικά, δημητριακά, όσπρια, φρούτα, μειώνει ταυτόχρονα τον κίνδυνο να προσβληθεί από καρδιαγγειακά και άλλα νοσήματα, όπως τουλάχιστον βεβαιώνουν οι ιατροί. Έτσι η νηστεία δρα και ως μέσον αγωγής της υγείας.
5. Η άσκηση. Το στοιχείο αυτό χαρασκτηρίζει κυρίως την αγία Ορθόδοξη Εκκλησία μας, που δεν έπαυε ποτέ να είναι Εκκλησία της πνευματικής και της σωματικής άσκησης. Η καταπόνηση του σώματος, αποβλέποντας στη μείωση των ερεθισμάτων που προκαλεί σ' αυτό η νωχέλεια και ο ευδαιμονισμός, ενέχει πέραν του καθαρά πνευματικού της νοήματος και ιδιαίτερη σημασία για την υγεία. Είναι ευνόητο ότι ένα σώμα που κατακλίνεται π.χ. σε κρεβάτι με σκληρό στρώμα, η που ξυπνά τη νύχτα για να συμμετάσχει σε μια αγρυπνία, η που υποβάλλεται ευλύγιστο και εύκαμπτο σε μετάνοιες, η που τρώει και πίνει με μέτρο χωρίς απληστία και κορεσμό, κινείται αναμφίβολα μέσα στα πλαίσια ενός υγιεινού τρόπου ζωής.
6. Η μέριμνα για τη διατήρηση του σώματος σε καλή κατάσταση. Το σώμα μας, κατά τη Χριστιανική διδασκαλία, είναι «ναός του εν ημίν Αγίου Πνεύματος». Και όστις τον ναόν του Θεού φθείρει, φθερεί τούτον ο Θεός». Άλλωστε, ο ίδιος ο Κύριός μας ενδιαφέρθηκε πλείστες φορές για το σώμα του ανθρώπου. Κατ' αρχήν το περιβλήθηκε, το θεράπευε από ασθένειες, το ανέστησε από το θάνατο, το θέωσε με την Ανάστασή Του. Κατά συνέπειαν, κάθε Χριστιανός έχει καθήκον να περιποιείται το σώμα του, να το προφυλάσσει από τις ασθένειες, να το φροντίζει όταν ασθενεί, και να αποφεύγει κάθε τι που το θέτει σε κίνδυνο. Γι' αυτό και η Εκκλησία, ήδη από τους πρώτους αιώνες κατεδίκασε τις τάσεις της υπερβολικής ασκήσεως, που μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την υγεία του σώματος, καθώς και σε κάθε πράξη που στρεφόταν κατά της αρτιμέλειας η εναντίον και αυτής της ζωής, όπως τον αυτοχειριασμό και τον αυτοακρωτηριασμό, αλλά και την καταστροφή του εμβρύου. Κάθε τέτοια υπερβολή η Εκκλησία την εχαρακτήρισε ως αίρεση.
Εκτός όμως από το ότι η Εκκλησία περιφρουρεί την υγεία του ανθρώπου, συγχρόνως προσεύχεται γι' αυτήν. Οι δεήσεις και οι προσευχές υπέρ υγείας ανευρίσκονται σε εντυπωσιακές επαναλήψεις μέσα στη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας. Είναι προσευχές για την διαφύλαξη της υγείας, όταν οι άνθρωποι την έχουν, και για την αποκατάστασή της όταν την χάνουν. Χιλιάδες άνθρωποι που ασθενούν καταφεύγουν στην Εκκλησία και ζητούν να δεηθεί υπέρ αυτών. Οι προσευχές αυτές είναι εμπεριστατωμένες, εκφραστικές και ενδεικτικές της σημασίας που δίδει η Εκκλησία στο σώμα μας και τη φροντίδα του, στο να εκζητεί από το Θεό ως δώρο την υγεία, ενώ η αποκατάστασή της, όταν έχη κλονισθεί, είναι μέλημα από τα πιο ουσιώδη για την Εκκλησία.
Η Εκκλησία δεν περιορίζεται μόνο στη θεωρητική συμβολή της και προσφορά στην υγεία με συμβουλές και ευχές, αλλά προχωρεί και στην πράξη με ένα ευρύτατο και πολυσχιδές έργο. Από της συστάσεώς της εδώ και είκοσι αιώνες μέχρι σήμερα δείχνει έμπρακτα την αγάπη της στον πάσχοντα και εμπερίστατο άνθρωπο. Η «Βασιλειάδα» του μεγάλου Βασιλείου, η πληθώρα των νοσοκομείων που ίδρυσε ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, τα νοσοκομεία που είχαν όλα σχεδόν τα μοναστήρια της Κωνσταντινούπολεως και άλλων περιοχών, μαρτυρούν εύγλωττα αυτή την αλήθεια. Αλλά και η σύγχρονη πραγματικότητα το ίδιο καταδεικνύει: Ιδρύματα χρονίως πασχόντων, άσυλα ανιάτων που λειτουργούν σε διάφορες Μητροπόλεις, τράπεζες αίματος σε ενορίες επιβεβαιώνουν την αλήθεια ότι η Εκκλησία συνεχίζει να είναι ο «Καλός Σαμαρείτης» για τους ασθενείς, και διαρκώς ανακαλύπτει νέους δρόμους προσφοράς και διακονίας στους πάσχοντες συνανθρώπους μας.
Έτσι, αξιοποιεί τα στελέχη της που έχουν τα κατάλληλα προσόντα και εξειδικευμένες γνώσεις για την ανακούφιση των πασχόντων. Στις τάξεις των κληρικών αλλά και των λαϊκών συνεργατών της συγκαταλέγονται αξιολογότατοι επιστήμονες του χώρου της υγείας, όπως ψυχίατροι, ψυχολόγοι, χειρουργοί, παθολόγοι αλλά και κοινωνικοί λειτουργοί και νοσηλευτές, την εμπειρία των οποίων χρησιμοποιεί για την ποιοτική αναβάθμιση και τον συνεχή εκσυγχρονισμό της ποιμαντικής διακονίας της στους πάσχοντες.
Επίσης, κληρικός ψυχίατρος, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών, διορίστηκε ως αρμόδιος εκπρόσωπος της Εκκλησίας στα θέματα Ψυχικής Υγείας, υπεύθυνος για τη συνεργασία τόσο με την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας όσο και με την ψυχιατρική κοινότητα γενικότερα.
Εξάλλου, με τη βοήθεια εκλεκτών επιστημόνων, αρμοδίων φορέων και ειδικά εκπαιδευμένων ιερέων έχει ξεκινήσει το πρόγραμμα πρόληψης, θεραπευτικής παρέμβασης και ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης και επανένταξης χρηστών εξαρτησιογόνων ουσιών.
Ήδη, στους κόλπους της Εκκλησίας μας, όπου και δημιουργήθηκε, δραστηριοποιείται ο φορέας των Λειτουργών Υγείας της Αγάπης. Γιατροί, οδοντίατροι, φαρμακοποιοί, νοσηλευτές έχουν εδώ και 14 περίπου χρόνια συστρατευθεί σε μια εθελοντική προσπάθεια για να απαλύνουν τον ανθρώπινο πόνο, να ενημερώσουν, να συμβουλεύσουν να επουλώσουν ανθρώπινες πληγές εντός και εκτός των ορίων της πατρίδος μας. Αρχής γενομένης στην τοπική μας Εκκλησία, τη Μητρόπολη Δημητριάδος, ο θεσμός των Γιατρών της Αγάπης επεκτάθηκε έτσι, ώστε πυρήνες τους συκροτήθηκαν όχι μόνο σε μητροπόλεις στην Ελλάδα, αλλά και στην Κύπρο και τις Βαλκανικές χώρες, ακόμη και στη μακρινή Γεωργία, με σκοπό να επιτευχθεί η δημιουργία ενός διορθοδόξου δικτύου εθελοντικής προσφοράς.
Στα πλαίσια αυτής της προσφοάς η τοπική μας Εκκλησία έχει ήδη προωθήσει την εκπαίδευση νέων στελεχών, δημιουργώντας καινούργιες δομές παροχής υπηρεσιών στους πάσχοντες. Έχει κλείσει δεκαετία από τη στιγμή που ξεκίνησε τη λειτουργία της στην Εκκλησία Σχολή Εθελοντικής Προσφοράς, με σκοπό να καταρτισθούν μέσα από θεωρητικά και πρακτικά μαθήματα ικανά στελέχη, ώστε να πλαισιώνουν επάξια τους γιατρούς της Αγάπης, και να στηρίζουν έμπρακτα το ευρύτερο κοινωνικό έργο των ενοριών της Εκκλησίας, μιας και η Σχολή πλην των γενικών μαθημάτων παρείχε την ευκαιρία εξειδίκευσης είτε σε θέματα νοσηλευτικής, είτε σε θέματα κοινωνικής πρόνοιας, είτε σε θέματα φροντίδας ατόμων με ειδικές ανάγκες. Ομάδες αποφοίτων της Σχολής Εθελοντικής προσφοράς δραστηριοποιούνται ήδη στο χώρο του Νοσοκομείου της πόλης μας, προσφέροντας πολύτιμες υπηρεσίες, φροντίδα και αγάπη σε μοναχικούς και όχι μόνο νοσηλευομένους.
Την προσφορά της Εκκλησίας στην Υγεία συμπληρώνει τον τελευταίο καιρό η καθοριστική συμβολή της στη λειτουργία του κοινωνικού ιατρείου και φαρμακείου του τόπου μας, σε συνεργασία βέβαια με τους αρμόδιους συλλόγους της πόλης μας (ιατρικό και φαρμακευτικό). Πρόκειται για προσπάθεια εξαιρετικά ευεργετική στους δύσκολους καιρούς μας, καθώς ανακουφίζονται καθημερινά δεκάδες ανασφάλιστων συμπολιτών μας αλλά και ιδρύματα της περιοχής μας.
Τέλος, η Εκκλησία επεκτείνει την Ποιμαντική της διακονία σε κλινικές και Νοσοκομεία. Ιατρική και Ποιμαντική Διακονία συναντώνται στο έργο της ανακούφισης του ανθρώπινου πόνου. Έτσι ο ιερεύς αποτελεί αυτόχρημα μέλος του θεραπευτικού δυναμικού, καθώς ενδιαφέρεται να προσεγγίσει και να εξασφαλίσει καλύτερη συναισθηματική κατάσταση και ψυχολογική υποστήριξη στους ασθενείς. Είναι αλήθεια πως κάποιες φορές τα ανθρώπινα μέσα, οι καλοί παρηγορητικοί λόγοι, ακόμη και η ιατρική επιστήμη δεν είναι από μόνα τους ικανά να απαλύνουν τον πόνο και να ανορθώσουν το ηθικό του ασθενούς. Σ' αυτες τις περιπτώσεις όμως η Εκκλησία μπορεί να βοηθήσει, με την απλότητα και τη θέρμη της ανυπόκριτης αγάπης της προς τον πλησίον, κυρίως όμως με την εξαγιαστική χάρη των Μυστηρίων της. Στέκεται κοντά στον ασθενή, μετριάζει τη μοναξιά του, περιορίζει το άγχος του, διασκεδάζει τη δυσθυμία του με σεβασμό πολύ προς το πρόσωπό του˙ και τούτο, γιατί ο κάθε ασθενής μέσα στο Ευαγγέλιο ανάγεται σε υψηλή περιωπή, αφού στη φυσική του ευτέλεια θέλει να αντικατοπτρίζεται ο Θεός. Γι' αυτό και η διακονία προς τον πάσχοντα κατοχυρώνεται ως η αληθινή έκφραση της αγάπης προς το Θεό. «Εφ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε» δίδαξε ο ίδιος ο Χριστός μας. Προκειμένου μάλιστα να γίνει ουσιαστικότερη η παρουσία του κληρικού στους χώρους νοσηλείας, έχουν ήδη διοργανωθεί από την Εκκλησία της Ελλάδος ημερίδες και συσκέψεις με θέμα την αναδιοργάνωση της ποιμαντικής δραστηριοποίησης στα Νοσηλευτικά ιδρύματα.
Βλέπουμε, αγαπητοί μου, ότι η Εκκλησία σέβεται την υγεία και ενδιαφέρεται τόσο θεωρητικά όσο και πρακτικά για τη διαφύλαξή της σε καλή κατάσταση, μακριά από νόσους και δοκιμασίες. Βέβαια, μέσα στην Εκκλησία ακόμη και «νόσος φιλοσοφείται» δηλαδή και αυτή η ασθένεια αξιοποιείται για την ωφέλεια της ψυχής με τη λυτρωτική διάσταση του πόνου, και με τον προσανατολισμό του ανθρώπου προς τον κόσμο της εσωτερικής γαλήνης και ευτυχίας. Πάντως, το ευαγγελικό μας καθήκον ως κληρικών, όπως και το ιδικόν σας ως νοσηλευτών, αλλά και το κοινό μας χρέος ως βαπτισμένων Χριστιανών που συγκροτούμε το σώμα Εκκλησίας μας, επιβάλλει τη συνεργασία όλων μας για την ανακούφιση των ταλανιζομένων συνανθρώπων μας. Η Εκκλησία δεν θα παύσει να συντρέχει και να επευλογεί κάθε προσπάθεια και κάθε έργο που θα αμβλύνει την οδύνη του πάσχοντα και θα αναπτερώνει την ελπίδα του. Δεν θα παύσει να μας υπενθυμίζει ότι «ο αδελφός μας είναι η ζωή μας», όπως έλεγε ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης˙ και ότι μόνο αυτή η σχέση αγάπης με τον πάσχοντα συνάνθρωπό μας μπορεί ανά πάσα στιγμή όχι μόνο να βοηθήσει αλλά να συντελέσει το θαύμα να νικήσει την όποια φοβία και τον πόνο του ασθενούς, τη μοναξιά και τη θλίψη του. Μπορεί να κάνει «και την πέτρα ν ανθίσει» όπως θα έλεγε σύγχρονος στοχαστής.
Αξίζει έτσι να πορευόμαστε. Για να κρατάμε ζωντανή την ελπίδα όσων υποφέρουν. Αλλά και για να γλυκαίνουμε τη μονότονη καθημερινότητά μας με τη μοναδική εμπειρία της αυθεντικής αγάπης και προσφοράς στο συνάνθρωπό μας.
Καλή επιτυχία στις εργασίες σας! Χριστός Ανέστη!
ΠΗΓΗ:ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ