«… τοις καθημένοις
εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς»
Η ευαγγελική
περικοπή της Κυριακής μετά τα Φώτα, μας μιλά για το καινούριο φως, που έλαμψε
στον κόσμο της σκιάς και του θανάτου, στον κόσμο της αμαρτίας. Αυτό το καινούριο φως, είναι το φως του Χριστού,
που ανέτειλε στον κόσμο με την ενανθρώπισή Του, εγκαθιστώντας μια νέα ζωή, μια
ζωή χαρμολύπης, μια ζωή μετάνοιας, μια ζωή που οδηγεί στην αυθεντική ζωή της Βασιλείας
του Θεού.
Διότι, όπως αναφέρει σε άλλο σημείο ο ευαγγελιστής Ιωάννης «εν αυτώ ζωή ην, και η ζωή ην το φως των ανθρώπων και το φως εν τη σκοτία φαίνει και
η σκοτία αυτό ου κατέλαβεν». (Ιωάν. Α, 4-5)
Καθώς, λοιπόν, διδάσκει η Αγία
Εκκλησίας μας, δια των Ιερών Κειμένων της Αγίας Γραφής και των συγγραμμάτων των
αγίων Πατέρων, ο Χριστός είναι το νόημα
και το Φως του κόσμου. Είναι ο Λόγος του παντός, η Ένσαρκη Αποκάλυψη
της Δόξας του Θεού, που μάς φανερώνει προσωπικά την Βασιλεία Του και
μάς καθιστά, κατά Χάριν, κοινωνούς
και μετόχους αυτής της Δόξας και του πλούτου των Θείων Ενεργειών και
Χαρίτων Του. Χωρίς τον Χριστό, ο Θεός,
μάς είναι εντελώς απρόσιτος, αμέθεκτος και άφθαστος. «Ότι φως ο Θεός ου κατ' ουσίαν, αλλά κατ' ενέργειαν λέγεται»,
τονίζει ὁ Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Γινόμαστε κοινωνοί του Θεού μέσα
στην Εκκλησία, μετέχοντας στα Ιερά Μυστήρια, διότι η σωτηρία δεν επιτυγχάνεται
διανοητικά, αλλά ουσιαστικά με την ένταξη στο σώμα της Εκκλησίας, που έχει ως
κεφαλή τον Χριστό και ταυτόχρονα με την ενεργοποίηση των χαρισμάτων, που
λαμβάνουμε με το άγιο Βάπτισμα. Ο φωτισμός του Βαπτίσματος και η βρώση
του «φωτιστικού
σώματος» στην Θεία Ευχαριστία ενώνουν τον Χριστό, εν Αγίῳ Πνεύματι,
με τους πιστούς, αρχίζοντας με το μυστήριο του Βαπτίσματος, όπου η Θεία
Χάρη, ούσα καθαρτική και φωτιστική, διενεργεί την εν Χριστώ υιοθεσία
των πιστών, τους οποίους καθάρει και ανακαινίζει εσωτερικά. Ο εσωτερικός αυτός
ανακαινισμός ολοκληρώνεται στην άμεση εμπειρία του Φωτός και τη θέωση,
η οποία αποτελεί καρπό της μυστηριακής Χάριτος και της ανθρώπινης συνεργίας
στο μέτρο της ασκητικής ετοιμασίας και καθαρότητας του πιστού, η
οποία συντελείται με μεταστροφή και τη μετάνοια. Γι’ αυτό και ο Χριστός, αμέσως μετά τον δικό
Του Θεϊκό Βάπτισμα «ήρξατο κηρύσσειν
και λέγειν μετανοείτε· ήγγικεν γαρ ή βασιλεία των ουρανών». Καλεί ο Θεάνθρωπος τον πεπτωκότα άνθρωπο σε
μια διαρκή μετάνοια, η οποία χρειάζεται να είναι αυθεντική και οντολογική και όχι
φαινομενική και υποκριτική, όπως συνήθως συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις στο
ανθρώπινο περιβάλλον.
Είναι
γεγονός ότι τη μετάνοια οριοθετείται αφ’ ενός η ζωή που εμπνέεται από την πίστη
στο πρόσωπο του Χριστού και αφ’ ετέρου οριοθετείται η ζωή της αμαρτίας. Η ένταξη στο σώμα του
Χριστού, που είναι η Εκκλησία, αγιάζει τον άνθρωπο και τον καθιστά μέτοχο των Θείων
Δωρεών. Με την μετάνοια ο άνθρωπος γίνεται μέλος της εκκλησιαστικής κοινότητας και
εν δυνάμει πολίτης της Βασιλείας των ουρανών. Μόνο όποιος μετανοεί αληθινά και
οντολογικά, όποιος, δηλαδή, πιστεύει στον Χριστό, ως Σωτήρα και Λυτρωτή, όποιος
αποδέχεται το Ευαγγέλιό Του και εφαρμόζει τη διδασκαλία που ενυπάρχει εις αυτό,
μπορεί να δεχθεί το Βάπτισμα και εξ’ αυτού παρεχόμενα Θεία χαρίσματα του Αγίου
Πνεύματος, τα οποία στη βιβλική παράδοση παρουσιάζονται, κυρίως, ως σοφία και
σύνεση, γνώση και ευσέβεια, αγάπη Θεού και χαρά, ειρήνη και δικαιοσύνη,
χρηστότητα και αγαθοσύνη, πίστη, ελπίδα και αγάπη, όπου ελεύθερα καλείται ο
χριστιανός να τα αναδείξει σε χαρίσματα ζωής, γενόμενος συνεργός στο έργο της Θείας
Χάριτος.
Η μετάνοια, μάς συνδέεται με
την ανάσταση του Χριστού, αφού αμέσως μετά την ανάσταση και πριν την ανάληψή
Του ο Κύριος απέστειλε τους μαθητές Του να κηρύξουν μετάνοια στα έθνη εις άφεσιν
αμαρτιών, την οποία εγκαινίασαν οι απόστολοι ενώπιον του ιουδαϊκού λαού, την
ημέρα της Πεντηκοστής, όπου κήρυξαν μετάνοια, δηλ επιστροφή και βάπτισμα στο
όνομα του Αναστημένου Κυρίου Ιησού.
Η ευαγγελική περικοπή της Κυριακής
μετά τα Φώτα είναι κατά την άποψη των αγίων Πατέρων αναστάσιμη, γιατί το
περιεχόμενό της είναι μήνυμα χαράς, ελπίδας και πνευματικής ανάτασης. Πριν από
την κάθοδο του Κυρίου στον Άδη , αμέσως μετά τον σταυρό και τον θάνατο, έχουμε
μία άλλη κάθοδο του Χριστού σε έναν άλλο άδη, σε ένα τόπο κλαυθμού και οδυρμού.
Είναι η ένσαρκη παρουσία του Χριστού στην Γαλιλαία των εθνών. Εκεί όπου πλεόναζε
η αμαρτία, η οδύνη και ο θάνατος, για να περισσεύσει η χάρη και η σωτηρία. Η Σάρκωση
και η Επιφάνεια του Λόγου, του Υιού του Θεού στον κόσμο, είναι η μεγάλη
αποκάλυψη, διότι είναι η παρουσία του Θεού και η παροχή της ζωής και του φωτός
σε ένα κόσμο απελπισίας, ασέβειας, κακίας και άγνοιας. Τελικά, εκείνη η Γαλιλαία της εποχής του Χριστού,
αγαπητοί χριστιανοί, συνεχίζει να υπάρχει, εδώ και αλλού. Είναι ο σημερινός
κόσμος μας , ο κόσμος που ζει στην πλάνη του διαβόλου, αλλά εξακολουθεί να
βρίσκει την καινούριο «εν Χριστώ αληθινή ζωή και σωτηρία» στην
Εκκλησία Του.
Η μετάνοια ήταν κεντρική ουσία
του κηρύγματος του Προδρόμου, των αποστόλων, των προφητών, των πατέρων. Μα
κυρίως ήταν το πρώτο αυθεντικό και οντολογικό κήρυγμα του ιδίου του Χριστού.
Αλλά δυστυχώς ή έννοια και η εφαρμογή της μετάνοιας παραμένει και είναι μια πολλαπλώς
κακοποιημένη έννοια στις μέρες μας. Συνδέεται με μια ζωή απελπισίας, κακουχιών,
ύποπτης υποκριτικής θρησκευτικότητας, με έναν λόγο παρωχημένο, στομφώδη και
φαρισαϊκό. Δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι μέσα στους κόλπους και την παράδοση
της μητέρας μας, της ορθόδοξης εκκλησίας, η μετάνοια είναι μια ζωή
μακαριότητας, δηλαδή μυστικής χαράς και ευτυχίας. Είναι η ευλογημένη χαρμολύπη,
η πολιτεία των ταπεινών και των αγνών ανθρώπων, για τους οποίους ο Χριστός είπε:
«μακάριοι αυτοί που πενθούν γιατί θα παρηγορηθούν». Το πένθος αυτό, δεν
είναι πένθος κοσμικό, που μυρίζει θάνατο και απελπισία, αλλά είναι η ίδια η ζωή,
της κατά Χριστό ταπείνωσης. Μιας ζωής που συναντάμε στους αγίους. Σ’ αυτούς που
δεν ανέχονται την ντροπή και την ασθένεια της αμαρτίας και ενώ είναι δίκαιοι
και ευλαβείς συνειδητοποιούν την αμαρτωλότητα και την ελαχιστότητά τους ενώπιον
του Θεού. Σ’ αυτούς που συναισθάνονται
το υψηλό μυστήριο του Θεού και αποστρέφονται την ανθρώπινη ματαιότητα, την
δολιότητα και την πολυπραγμοσύνη των επιτήδειων.
Η οδός της μετάνοιας είναι η
μυστηριακή και εκκλησιαστική ζωή. Ο άνθρωπος της μετάνοιας τρέφεται από την Θεία
Ευχαριστία, την Εξομολόγηση και τις ακολουθίες της Εκκλησίας. Ζει με
αυτοπροσφορά, κένωση, προσευχή, διακονία, θυσία και κυρίως με πίστη και ελπίδα,
γι’ αυτό και είναι εσωτερικά γαλήνιος και ήρεμος. Ο νέος κόσμος του Θεού, ο
μυστηριακός κόσμος της Εκκλησίας, που εγκαινίασε ο Χριστός με την Ενσάρκωσή και
τα Άγια Επιφάνειά Του στον κόσμο, έγινε ο κόσμος της ανάστασης, της ζωής και
του φωτός.
Γι’ αυτό είναι:
Ø Μακάριοι, όσοι
υποδέχτηκαν τον Χριστό, ως Φως που ήρθε στο σκοτάδι τους, γιατί αυτοί
έγιναν Παιδιά του Φωτός και της ημέρας και γεύονται τον Άρρητο με το στόμα του
νου τους κάθε στιγμή.
Ø Μακάριοι, όσοι ζουν με
το Φως του Χριστού αδιάκοπα, γιατί αυτοί τώρα και στους αιώνες χωρίς τέλος θα είναι αδελφοί
και συγκληρονόμοι Του.
Ø Μακάριοι, όσοι άναψαν το
Φως του Χριστού στην καρδιά τους και το κρατούν άσβηστο, γιατί αυτοί στην
έξοδο του βίου τους, θα συναντήσουν τον
Νυμφίο και μαζί Του θα μπουν στον Νυμφώνα κρατώντας αναμμένες τις λαμπάδες τους.
Ø Μακάριοι, όσοι
λαμπρύνονται με το Θείο Φως και βλέπουν την ασθένειά τους, και νοιώθουν την ασχήμια της ψυχής τους.
Αυτή τη χάρη, το βίωμα και τη
μακαριότητα, ας προσπαθήσουμε αγωνιζόμενοι, να αποκτήσουμε, όλοι μας αδελφοί,
για να βρούμε την αληθινή και αναφαίρετη μακαριότητα. ΑΜΗΝ.
Του Πρωτ. Γεωργίου Σούλου